Ποια είναι η τυπική ανάπτυξη κατά την παιδική ηλικία;

Ανάπτυξη σωματικών-κινητικών δεξιοτήτων:

Στην αρχή αυτής της ηλικιακής περιόδου, τα παιδιά 6 και 7 ετών συνεχίζουν να εξελίσσουν τις βασικές δεξιότητες που απέκτησαν στα προσχολικά τους χρόνια. Σωματικά-κινητικά, συνεχίζουν να αναπτύσσουν την ισορροπία και την ανεξαρτησία τους, κάνοντας ποδήλατο και σκέιτμπορντ, ενώ γίνονται όλο και πιο επιδέξια στο να πετούν, να πιάνουν και να κλωτσούν την μπάλα, να κάνουν σχοινάκι και να παίζουν κουτσό. Συχνά, βλέπει κανείς παιδιά αυτής της ηλικίας να τρέχουν, να πηδούν και να σκαρφαλώνουν, και μάλιστα όσο μεγαλώνουν, τα καταφέρνουν ολοένα και πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά, παρά το γεγονός ότι κάποιες φορές μπορεί να εξακολουθούν να είναι επιρρεπή σε χτυπήματα και γρατζουνιές. Μερικά παιδιά μπορεί να απολαμβάνουν τα ομαδικά αθλήματα. Όσο πλησιάζουν την ηλικία των 10-12 ετών, αρχίζουν να κατανοούν τους διαφορετικούς ρόλους κάθε μέλους μιας ομάδας, συμμετέχουν περισσότερο στις δουλειές του σπιτιού και ενδέχεται να αρχίσουν να επικεντρώνονται ή να συμμετέχουν σε ένα ή περισσότερα αθλήματα για να παίζουν πιο αποδοτικά. Χρειάζονται περίπου 10 ώρες ύπνου καθημερινά.

 

Ανάπτυξη γλωσσικών δεξιοτήτων:

Από την ηλικία των 6-7 ετών, τα παιδιά χρειάζεται να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τη γλώσσα για να επικοινωνούν αποτελεσματικά τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους. Θέλουν να μοιράζονται αυτό που σκέφτονται. Το προφορικό τους λεξιλόγιο αναπτύσσεται ταχύτατα. Καθώς πειραματίζονται με νέες λέξεις, είναι σύνηθες να τις χρησιμοποιήσουν λάθος ή ακόμα και να αρθρώσουν κάποια πρόταση χωρίς νόημα. Παρ’ όλα αυτά, τα περισσότερα από αυτά που λένε αναμένεται να έχουν σαφήνεια. Τα παιδιά ηλικίας 8 και 9 ετών είναι σε θέση να συμμετέχουν σε απλές συζητήσεις διαλόγου, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται σε δηλώσεις οι οποίες δεν έχουν τον χαρακτήρα ερώτησης και να μπορούν να επεκταθούν πάνω σε αυτά τους λένε. Καθώς τα παιδιά οδεύουν προς το τέλος της παιδικής ηλικίας, οι προτάσεις τους περιμένουμε να γίνονται σταδιακά μεγαλύτερες και πιο σύνθετες. Αναμένεται να είναι σε θέση να αφηγούνται ιστορίες με λεπτομέρειες (δηλαδή με αρχή, μέση και τέλος) και να συμμετέχουν σε πιο περίπλοκες συζητήσεις και διαλόγους. Σε αυτό το στάδιο, ο συλλογισμός των παιδιών είναι λογικός και βασίζεται στην πραγματικότητα. Όμως, δεν είναι ακόμα σε θέση να κατανοήσουν ή να σκεφτούν σύνθετες αφηρημένες ιδέες.

 

Ανάπτυξη μαθησιακών δεξιοτήτων:

Μετά την προσχολική ηλικία, τα παιδιά καλούνται να κάνουν τη σημαντική μετάβαση από το να μάθουν πώς να βρίσκονται στο σχολείο στο στάδιο του  να μάθουν πώς να μαθαίνουν στη διδασκαλία. Η σχολική πρόοδος αποκτά ουσιαστική σημασία για την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησής τους. Τα παιδιά ηλικίας 6 και 7 ετών αφιερώνουν πολύ χρόνο στο να μάθουν να διαβάζουν. Ξεκινούν διαβάζοντας οικείες τους ιστορίες και οι εικόνες τα βοηθούν με τις μη οικείες τους λέξεις, καθώς μαθαίνουν να προφέρουν  λέξεις που δεν γνωρίζουν ακόμη. Τα παιδιά 8 και 9 ετών, τα οποία διαθέτουν εκτεταμένο οπτικό λεξιλόγιο, αρχίζουν να διαβάζουν μεγαλύτερα βιβλία, απομνημονεύουν περισσότερες πληροφορίες, αντιλαμβάνονται την οργάνωση των παραγράφων και διαβάζουν με σκοπό την κατανόηση του νοήματος. Στα επόμενα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας, μαθαίνουν να κατανοούν διαφορετικά είδη αναγνωστικού υλικού, όπως τη μυθοπλασία, τον πεζό λόγο, την ποίηση και τα άρθρα. 

Επεκτείνοντας τις προσχολικές δεξιότητες γραφής, τα παιδιά 6 και 7 ετών αρχίζουν να αναπτύσσουν τις πρώιμες ορθογραφικές τους δεξιότητες, καθώς και να μαθαίνουν τη χρήση πεζών και κεφαλαίων γραμμάτων, τον τονισμό και τα σημεία στίξης. Οι προτάσεις τους αυξάνονται σταδιακά σε έκταση και στα επόμενα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας αναμένεται να αρχίσουν να γράφουν παραγράφους και τελικά να τις συνδυάζουν μεταξύ τους ώστε να εκφράζουν περισσότερο διεξοδικά τις σκέψεις τους.

Όσο αφορά στα μαθηματικά, στο τέλος της προσχολικής ηλικίας τα παιδιά κατανοούν τους αριθμούς και είναι θέση να μετρούν. Στην ηλικία των 6-7 ετών, αρχίζουν να μετρούν μεγαλύτερους αριθμούς, να κατανοούν αριθμητικές έννοιες (π.χ., να λένε την ώρα) και αρχίζουν να χρησιμοποιούν την πρόσθεση και την αφαίρεση. Στα χρόνια που ακολουθούν, τα παιδιά ηλικίας 8 και 9 ετών αρχίζουν να μετρούν αντίστροφα, μαθαίνουν τον πολλαπλασιασμό, τη διαίρεση και τα κλάσματα, ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά αρχίζουν να εξοικειώνονται με πιο προχωρημένες μαθηματικές έννοιες, όπως, μεταξύ άλλων, η γεωμετρία και η άλγεβρα.

 

Ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων:

Τα παιδιά 6 και 7 ετών μπορεί να παίζουν μόνα τους, αλλά παράλληλα κάνουν και φίλους. Επομένως, το ομαδικό παιχνίδι και η συναναστροφή με κοινωνικές ομάδες της προτίμησής τους αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για εκείνα. Γνωρίζουν πώς να μοιράζονται και να συνεργάζονται. Ωστόσο, παρά τα θετικά τους αυτά γνωρίσματα, είναι σύνηθες να ζηλεύουν τα άλλα παιδιά ή να μην τους συμπεριφέρονται με ευγενικό τρόπο. Αυτό αποτελεί μέρος της διαδικασίας διαμόρφωσης της ταυτότητάς τους και δεν δηλώνει στην πραγματικότητα διάκριση ή μεροληψία απέναντι στους συνομηλίκους τους. Τα παιδιά 8 και 9 ετών αρχίζουν να συναναστρέφονται φίλους από διάφορες παρέες και ενδέχεται να αρχίσουν να ενδιαφέρονται για τις σχέσεις με το αντίθετο φύλο και να συνειδητοποιούν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Καθώς τα παιδιά οδεύουν προς το τέλος της παιδικής ηλικίας και πλησιάζουν την εφηβεία, τείνουν να διατηρούν στενές σχέσεις και να εκτιμούν  τους γονείς/φροντιστές τους, αν και εκφράζουν τη στοργή τους προς εκείνους κυρίως σε ιδιωτικές στιγμές. Από την άλλη, οι φίλοι παίζουν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στη ζωή τους. Η περίοδος αυτή είναι επίσης σημαντική καθώς τα παιδιά αναπτύσσουν μια εσωτερική αίσθηση του τι είναι σωστό και τι λάθος.

 

Ανάπτυξη συναισθηματικών δεξιοτήτων:

Στην ηλικία των 6-7 ετών, τα παιδιά αρχίζουν να συνειδητοποιούν ολοένα και περισσότερο τις ανάγκες και τα συναισθήματα των άλλων. Μπορεί να παρουσιάζουν απότομες εναλλαγές της διάθεσης χωρίς προφανή λόγο, ιδιαίτερα όταν βρίσκονται υπό πίεση. Τείνουν να αρχίζουν να εκφράζουν περισσότερες ανησυχίες για σοβαρά ζητήματα, όπως οι πόλεμοι, οι ασθένειες, οι φυσικές καταστροφές και τα χρήματα. Σε αυτό το ηλικιακό εύρος, τα παιδιά συνήθως προσπαθούν πολύ  για να ελέγξουν την ψυχραιμία τους, τις σκέψεις τους και το σώμα τους. Γύρω στα 8 και τα 9 έτη, είναι σε θέση να κατανοούν και να ερμηνεύουν τα συναισθήματα των άλλων, εφόσον βελτιώνεται η ικανότητά τους να κατανοούν την οπτική τους. Τείνουν δε, να μπορούν να ρυθμίζουν τα δικά τους συναισθήματα και να τα βιώνουν πιο έντονα  καθώς και να επικοινωνούν καλύτερα και να εκφράζουν τα συναισθήματά τους. Στην ηλικία των 10-11 ετών, τα παιδιά αποκτούν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, κάνουν εσωτερικό μονόλογο για να ρυθμίζουν τα συναισθήματά τους και παρουσιάζουν μια αυξανόμενη αίσθηση του ποιοι είναι, η οποία βασίζεται σε αυτοαξιολόγηση. Γύρω στην ηλικία των 12 ετών, ίσως αρχίσουν να αμφισβητούν ή να αμφιβάλλουν για τους κανόνες.  Επίσης, είναι κάπως πιο δύσκολο να τα «διαβάσουν» οι άλλοι και μπορεί να μη μοιράζονται προφορικά τα συναισθήματά τους με τα μέλη της οικογένειάς τους, προτιμώντας να επεξεργάζονται μόνα τους τα δυνατά συναισθήματα που ενδεχομένως βιώνουν.

  

 

Πού μπορώ να βρω περισσότερες πληροφορίες εάν ανησυχώ  για την ανάπτυξη του παιδιού μου;

Δεν αναπτύσσονται όλα τα παιδιά με τον ίδιο τρόπο και ορισμένα αναπτύσσονται γρηγορότερα από άλλα. Μια καθυστέρηση σε έναν τομέα ανάπτυξης δεν αποτελεί πάντοτε λόγο ανησυχίας.

Εάν, παρ’ όλα αυτά, ανησυχείτε για το παιδί σας, μπορείτε να βρείτε περισσότερες πληροφορίες στο «Ανησυχώ για το παιδί μου. Πώς μπορώ να καταλάβω τι του συμβαίνει;» κάνοντας κλικ εδώ.

Μπορείτε επίσης να βρείτε περισσότερες πληροφορίες σαρώνοντας με την κάμερα του τηλεφώνου σας τον παρακάτω κωδικό QR ή πατώντας στο σύνδεσμο εδώ.

 

camhicode-2

Ήταν χρήσιμες αυτές οι πληροφορίες;
Ναι!
Όχι πραγματικά